Μια αξιολάτρευτη αληθινή ιστορία (VIDEO)

Η ΘΕΙΑ ΜΟΥ Η ΡΗΝΙΩ
Πως να μην την ξαναμνημονεύσω; 
Αδελφή του πατέρα μου. 
Πέθανε πριν τρία χρόνια, ενενήντα έξι ετών.
Η συνάντηση, που περιγράφω, έγινε τον Αύγουστο του 2015 στην Άρκασα, το Χωριό μου στην Κάρπαθο, λίγους μήνες μετά τον θάνατο και του τρίτου από τα πέντε παιδιά της...
Η ΘΕΙΑ ΜΟΥ Η ΡΗΝΙΩ βρισκόταν στην κορυφή 
των ανθρώπων που χαρακτηρίζω γρανιτένιους και συμπαγείς. 
Πολυεπίπεδα όμορφους και ατόφιους στο βαθύ τους είναι.
Με υποδέχτηκαν μ ένα πλατύ χαμόγελο τα ρυτιδωμένα χείλη. Φωτίστηκε ολόκληρη. 
Ζωντάνεψε. 
Ζωήρεψε η ματιά της. 
Ανυπόκριτη η χαρά της που με είδε: 
«Τι κάνεις, παιδί μου; Να έρχεσαι πιο συχνά να με βλέπεις. Μέχρι πότε θαρρείς ότι θα ζω;...».
Αγκαλιαστήκαμε με μια αγκαλιά τόσο πηγαία, που ένιωσα ότι έκλεινε μέσα της την ιστορία πολλών προσώπων, πολλών γενιών της οικογένειας... 
Αρχέγονη χειρονομία δεσμών αίματος, αγάπης, εκτίμησης, αποδοχής, σεβασμού και θαυμασμού.
Η θεία Ρηνιώ με αγαπούσε πάντα. Πολύ. 
Λάτρευε και τον πατέρα μου, όπως κι εκείνος αυτήν.
Τις αρκετές φορές που την είδα εκείνο τον Αύγουστο, καθισμένη συνήθως στο κρεβάτι της, με εντυπωσίασε 
η σπινθηροβόλα ακόμα ματιά της των ενενήντα τεσσάρων ετών.  Με καμάρωνε. Γελούσαμε μαζί σαν παιδιά, όταν μιλούσαμε για τα ευχάριστα. 
Μα στη στιγμή θυμόταν τα χτυπήματα της ζωής της, τις απώλειες της, και δάκρυζε με το κλάμα μικρού παιδιού, ναι, μικρού παιδιού: 
«Έφυγε και το πιο μικρό μου αγόρι, Μιχάλη μου. Ο Νικολάκης μου… Εγώ τι κάνω εδώ ακόμα;...», παραπονιόταν σε ρητορικό παράπονο. 
Άνοιγε τότε τα αυλάκια των ματιών της, διαμάντια έρεαν στο πρόσωπο της και 'γω ένιωθα, κρατώντας συγκινημένος 
το κεφάλι της στα χέρια μου και κοντά στο δικό μου, ότι τα δάκρυα της είναι μια ελάχιστη ή και μέγιστη, πάντως θεία προσπάθεια να ξεπλύνει τους πόνους της...
Η Θεία Ρηνιώ ανέκαθεν ήταν παράδειγμα για μένα. 
Δραστήρια μέχρι τέλους. 
Δεν το έβαζε κάτω ποτέ. Μα ποτέ; 
Λύγιζε; Ναι, μέχρι το χώμα. 
Μα πάντα διέθετε εκείνη την σπάνια ευλυγισία, (ευλογία άνωθεν;) και δεν έσπαζε. 
Πάντα η σπίθα μέσα της διατηρούνταν εν ζωή. 
Το φρόντιζε προσωπικά αυτό. 
Με τη νοοτροπία της, με την, μάλλον έμφυτα, φιλοσοφημένη στάση της απέναντι και δίπλα στα γεγονότα της ζωής 
που χαράσσουν και σμιλεύουν και διδάσκουν τον άνθρωπο. 
Η θεία μου ήταν μαθήτρια μέχρι τέλους.
Η θεία μου όμως, προφανώς γνώριζε, ότι η τελική πινελιά 
στον καμβά της ζωής της ήταν δική της.
Της ανήκε. 
Και αυτή την τελική πινελιά η θεία μου τη ζωγράφιζε 
με αξιοθαύμαστη τέχνη και λεβεντιά.
Παρατηρούσα τις βαθιές ρυτίδες της. 
Ουλές θα 'λεγα. 
Χαρακιές της ζωής, σκέφτομαι.
Η θεία μου στα ενενήντα τέσσερα της 
μου φαινόταν πιο όμορφη, πιο γοητευτική από ποτέ.
Και αυτό που έμεινε τώρα είναι ένα θεϊκό σύνολο αρμονικά δεμένων χαρακτηριστικών που χαίρεσαι να έχεις δίπλα σου, 
να το αγγίζεις απαλά και να το νιώθεις. Κυρίως.
Στολίζουν και τη δική σου ζωή γαρ. 
Και τον κόσμο μας.
Δεν είναι τυχαίο που, μόλις πέρασα την αυλόπορτα του σπιτιού της, το βλέμμα μου έπεσε γεμάτο έκπληξη δεξιά, στο λουλούδι της φωτογραφίας. 











Ζωή χωρίς προϋπόθεση, σκέφτηκα.

Το παρατηρούσα έκπληκτος προσπαθώντας να καταλάβω 

που βρήκε τι, και ξεπήδησε τούτη η έγχρωμη, εύθραστη ζωή. 
Από πού άντλησε χυμούς, 
για ποιο λόγο να δει τον ήλιο εκεί. 
Στο τίποτα του πουθενά. 
Μέσα στον ανύπαρκτο αρμό των παραδοσιακών πλακιδίων. Μόνο του. 
Χωρίς συντροφιά. 
Αυτό, ο ήλιος, ο αέρας, η ζωή. 
Τίποτα άλλο...
Μα μήπως δεν χρειάζεται τελικά και τίποτα άλλο; στοχάστηκα. Η απάντηση ήρθε αβίαστα σε ένα μεγάλο ναι.
Ακόμα κι αν εμείς προσπαθούμε, να εννοήσουμε τη ζωή με τα δικά μας φίλτρα, αυτή πάντα θα μας βγάζει έξω τη γλώσσα και θα γελάει μαζί μας με την ανόητη αυτοκαταδεινάστευση 
που επιβάλλουμε στους εαυτούς μας.
Η Θεία μου η Ρηνιώ και το λουλούδι στην αυλή της 
πάντα θα είναι ένα ζωντανό, βιωματικό μάθημα για μένα. 
Πάντα θα κάνουν πιο όμορφη τη ζωή μου. 
Πάντα θα 'ναι μπρος μου. 
Πυξίδα για να προσανατολίζουν τον βηματισμό μου.
Στην ιερή της μνήμη
Πηγή:

Δημοσίευση σχολίου

Copyright © Ακουσε με. Designed by John Tsipas