Εικονογράφηση μιας Αυτοβιογραφίας | Γιάννης Τσαρούχης



Γιάννης Τσαρούχης
Εικονογράφηση μιας Αυτοβιογραφίας 

Για να καταλάβει κανείς τη δουλειά μου, 
πρέπει να καταλάβει πρώτα απ' όλα, 
ότι είμαι ερευνητής με μεγάλη περιέργεια 
που ενθουσιάζεται κάθε τόσο απ' τις ανακαλύψεις του για μια στιγμή 
και ύστερα απογοητευμένος ψάχνει αλλού.

Θα ρωτήσει κανείς, τι ψάχνω. 
Από μικρό παιδί ήθελα να μάθω, τι είναι η ζωγραφική που με τραβούσε τόσο. 
Πώς γίνεται και πώς την μαθαίνει κανείς.

Για να μάθω τα μυστικά της 
έχασα την πρωταρχική έλξη που εξασκούσε επάνω μου, 
για να δημιουργήσω αρχίζοντας από το μηδέν μια νέα έλξη γι' αυτή.

Ήμουν και έμεινα ένας ερευνητής και ένας μαθητής, νομίζω όχι πάντα πολύ επιμελής.

Ένα άλλο πράγμα που έψαξα με πάθος να γνωρίσω ήταν η Ελλάδα· 
με έρωτα ή με κυνισμό και με πολλή καχυποψία έψαξα για να μάθω,
 τι σημαίνει αυτό το φημισμένο όνομα. 

Υπήρξα γενικά η κακή πίστη μίας φτηνής πατριδοκαπηλείας και ενός τεχνητού εθνικισμού. 

Κατάλαβα πως η Ελλάς είναι περίπου σαν κάτι παλιά έργα ζωγραφικής που οι πονηροί έμποροι της βάζουν μια ψεύτικη υπογραφή 
ενός κατώτερου ζωγράφου απ' αυτόν που την ζωγράφισε. 

Μια παραβολή είναι αυτό. 
Η Ελλάς είναι αυτό. Η Ελλάς είναι εκείνο. 
Προσπάθησα να την αφήσω να μιλήσει μόνη της, 
για να μάθω την αλήθεια.

Δάσκαλοί μου ήταν ο Παρθένης, ο Κόντογλου, ο Πικιώνης· 
δάσκαλοι υπό την ευρύτερη σημασία 
ο Παπαδιαμάντης, ο Σολωμός και ο Κάλβος, ο Χαλεπάς και ο Καβάφης.

Όλοι αυτοί ήταν πληροφοριοδότες, παρά τη μεγάλη τους δόξα, ισάξιοι των ανωνύμων και ταπεινών, που μου έμαθαν τα πιο πολλά. [...]

Μίλησα για ψάξιμο και για πειράματα, 
αλλά δεν μίλησα και για μια άλλη εργασία που έχω κάνει στη ζωή μου
 και που κάνω ακόμα, που είναι ίσως η πιο σημαντική. 

Η συνεχής ανάκριση που κάνω στον εαυτό μου όχι πάντα τέλεια, 
για να μάθω ποιος είμαι, 
ελπίζοντας ότι θα φτάσω σε μια ευτυχία πιο σταθερή, αν το βρω αυτό. 
Περιστοιχιζόμενος από πολλούς ανθρώπους που έχουν βασίσει τη ζωή
 τους σε μια τέτοια στάση απέναντί της, που συνοψίζεται με τις λέξεις
 δήλωση, δίπλωμα, αξιοποίηση, διορισμός, 
η ζωή μου ήταν δύσκολη και όχι πολύ ευτυχισμένη.

Δίπλα σε τόσους υπερεπαγγελματίες (πιο πολύ marketing από εμπόρευμα) σκέπτομαι ότι θα φαντάζω σαν ένας απληροφόρητος ερασιτέχνης.

Όλα αυτά που έκανα για τη μάθηση είναι απαραίτητα και δύσκολα, 
μα το δικαίωμα να τολμάς να είσαι καλλιτέχνης στο δίνει ο σεβασμός και ο θαυμασμός σου χωρίς όρια της ζωής.

Η ζωή που είναι τόσο θαυμαστό πράγμα, ώστε η τιμή της να είναι το μυστήριο του θανάτου. 

(Από την έκδοση)

Πηγή: 

Γιάννης Τσαρούχης | Η ζωή του η διεθνής του αναγνώριση και οι ναύτες.

Είναι ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους με διεθνή προβολή,  ιδιαίτερα στη Γαλλία.  

Ήταν μόλις επτά χρονών αλλά ήξερε κιόλας τι ήθελε να γίνει, όταν μεγαλώσει: Ζωγράφος! 
Ο  ζωγράφος και σκηνογράφος Γιάννης Τσαρούχης, γεννήθηκε στον Πειραιά στις 13 Ιανουαρίου του 1910. 
Τα πρώτα του έργα τα εξέθεσε το 1929 στο Άσυλο Τέχνης. 
Η επιτυχία που σημείωσε τον οδήγησε στη συνέχεια να φοιτήσει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Μετσόβιου Πολυτεχνείου κατά τη διάρκεια 1929–1935, με καθηγητές τους Ιακωβίδη, Βικάτο και Παρθένη.

Παράλληλα, κατά το διάστημα 1931–1934, μαθήτευσε κοντά 
στον Φώτη Κόντογλου, ο οποίος τον μύησε στη βυζαντινή αγιογραφία, ενώ μελέτησε την λαϊκή αρχιτεκτονική και ενδυμασία. 
Μαζί με τους Δημήτρη Πικιώνη, Φώτη Κόντογλου 
και Αγγελική Χατζημιχάλη πρωτοστάτησε στο αίτημα της εποχής για την ελληνικότητα της τέχνης.

Την περίοδο 1935–1936, αφού πρώτα επισκέφτηκε 
την Κωνσταντινούπολη, ταξίδεψε στο Παρίσι και στην Ιταλία. Επισκεπτόμενος τα διάφορα μουσεία ήρθε σε επαφή με δημιουργίες 
της Αναγέννησης και του Ιμπρεσιονισμού, καθώς και με τα σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής του. 
Ανακάλυψε το έργο του Θεόφιλου και γνώρισε καλλιτέχνες όπως,
 ο Ανρί Ματίς και ο Αλμπέρτο Τζακομέττι.

Καλλιτεχνική σταδιοδρομία

Ο Γιάννης Τσαρούχης ήταν γιος του εμπόρου Αθανασίου Τσαρούχη και της Μαρίας Μοναρχίδη με καταγωγή από τα Ψαρά. 

Το νεοκλασικό κτίριο, στο οποίο είδε για πρώτη φορά το φως, 
στη συμβολή της λεωφόρου Βασιλέως Γεωργίου με την οδό Λουκά Ράλλη, δεν υφίσταται πια. 
Μέρος των παιδικών του χρόνων (1920-1925), ο μεγάλος αυτός Πειραιώτης ζωγράφος το πέρασε στην πολυτελή οικία (έπαυλη) 
της οικογενείας Μεταξά, κοντά στη θεία του Δέσποινα Μεταξά, η οποία ήταν αδερφή της μητέρας του.

Παρότι η οικογένεια Τσαρούχη μετακόμισε το 1927 στην Αθήνα, 
ο Πειραιάς ρίζωσε βαθιά μέσα στον καλλιτέχνη, τόσο για το μεγαλοαστικό περιβάλλον στο οποίο ανατράφηκε και τον επηρέασε καλλιτεχνικά, όσο και για τις φτωχές λαϊκές συνοικίες, όπου συχνά πραγματοποιούσε αποδράσεις κατά τα παιδικά του χρόνια.

Το 1938, δύο χρόνια μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα πραγματοποίησε την πρώτη του ατομική έκθεση στο κατάστημα Αλεξοπούλου της οδού Νίκης στην Αθήνα με έργα που παρουσίαζαν ιδιαίτερη προσωπικότητα που εξήραν οι τότε τεχνοκριτικοί Παπαντωνίου και Καπετανάκης.

Το 1940 επιστρατεύτηκε και υπηρέτησε στο Μηχανικό. 
Στα χρόνια της Κατοχής, ίδρυσε μια ιδιωτική σχολή ζωγραφικής, όπου φοίτησαν για μικρό χρονικό διάστημα αρκετοί νέοι, που αργότερα έγιναν δόκιμοι ζωγράφοι, όπως οι: Κοσμάς Ξενάκης, Μίνως Αργυράκης, Νίκος Γεωργιάδης αλλά και η Ροζίτα Σώκου.
Το 1947 πραγματοποίησε δύο ατομικές εκθέσεις με υδατογραφίες και θεατρικά προσχέδια.  
Το 1950 μετέβη εκ νέου στο Παρίσι, όπου ένα χρόνο μετά, το 1951, εξέθεσε στο Παρίσι και στο Λονδίνο στη «Ρέτφρη Γκάλερυ», ενώ 
το 1953 υπέγραψε συμβόλαιο με την γκαλερί Ιόλας της Ν. Υόρκης. 
Το 1956 υπήρξε υποψήφιος για το βραβείο Γκούγκενχαϊμ και 
το 1958 πήρε μέρος στην Μπιενάλε της Βενετίας.  
Το 1967 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. 
Το 1982  εγκαινιάστηκε το Μουσείο Γιάννη Τσαρούχη στο Μαρούσι, στο σπίτι του καλλιτέχνη, που ο ίδιος μετέτρεψε σε Μουσείο παραχωρώντας την προσωπική συλλογή των έργων του. 
Παράλληλα λειτουργεί το Ίδρυμα Τσαρούχη με σκοπό τη διάδοση του έργου του ζωγράφου. 
Ήταν μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος. (ΕΕΤΕ).

Παράλληλα με τη ζωγραφική ο Γιάννης Τσαρούχης ασχολήθηκε και με 
τη θεατρική σκηνοθεσία. 
Σχεδίασε σκηνικά και ενδυμασίες για τα θέατρα «Εθνικό» («Βασιλικό»), «Κοτοπούλη», «Δημοτικό» Πειραιώς κ.α., ειδικά πρόζας, καθώς και για το κλασσικό έργο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», που ανέβηκε το 1954 στον τότε Βασιλικό κήπο.

Οι ναύτες

Στο έργο του Γιάννη Τσαρούχη εκφράζεται κυρίως η χαρά και το θαύμα της ζωής. 
Προσπάθησε να ισορροπήσει τις μεγάλες παραδόσεις και να συλλάβει 
τις αιώνιες καλλιτεχνικές αξίες. 
Οι πίνακές του περικλείουν αφομοιωμένα πολλά λαϊκά και λαογραφικά στοιχεία, ιδιαίτερα του λιμένος του Πειραιά. 
Θεωρείται από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους με διεθνή προβολή και ιδιαίτερα στη Γαλλία. 
Παράλληλα όμως εργάσθηκε και ως σκηνογράφος τόσο σε ελληνικά όσο και σε ξένα θέατρα με μεγάλη πάντα επιτυχία. 
Σ΄ αυτόν οφείλεται η καθιέρωση, σχεδόν σε όλες τις σκηνές του ελληνικού κινηματογράφου, που γυρίστηκαν σε λαϊκά κέντρα, της παρουσίας του ναύτη, είτε σε χορό είτε όχι, θεωρούμενη μάλιστα και απαραίτητη. 
Το 1977 ανέβασε ο ίδιος τις Τρωάδες του Ευριπίδη σε δική του νεοελληνική απόδοση, με δική του διδασκαλία και σκηνογραφία.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το τελευταίο έργο του Γιάννη Τσαρούχη ήταν στο θέατρο REX,  όπου ο σπουδαίος καλλιτέχνης ανέβαινε σε μια σκαλωσιά αρκετών μέτρων, προκειμένου να φιλοτεχνήσει το έργο του, μια οροφογραφία με πολλά νέα αγόρια.

Ο Γιάννης Τσαρούχης έφυγε στις 20 Ιουλίου 1989, σε ηλικία 79 ετών

Πηγή:

Δημοσίευση σχολίου

Copyright © 2025 Ακουσε με. Designed by John Tsipas